Νέα Ζωή

Είχε δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια μια μικρή ρουτίνα. Κάθε απόγευμα μετά το γραφείο έκανε μια στάση στο μάρκετ της γειτονιάς και αγόραζε ένα 35άρι (δεν του άρεσε το 70άρι γιατί απαιτούσε 2ήμερη δέσμευση), 2 αεριούχα ένα αλμυρό και ένα γλυκό. Είχε διαπιστώσει ότι ήθελε πάντα γλυκό στο τέλος. Το αλμυρό ήταν ούτως ή άλλως μέρος της ζωής του. Γύριζε σπίτι, έβαζε τις πυζάμες του, έκανε μερικές δουλειές στα γρήγορα, τόσες ώστε ο χώρος να του προσφέρει επιφανειακή τάξη και ηρεμία. Άνοιγε το 35άρι με λαχτάρα, γέμιζε μισό, το υπόλοιπο ανθρακικό, 2 παγάκια. Τσιμπολογούσε κανένα αλμυρό να μην τον πειράξει στο στομάχι. Ξαναγέμιζε. Έβλεπε ειδήσεις, ταινίες, διάβαζε βιβλία, παλιά ένθετα εφημερίδων. Ξαναγέμιζε. Έκλεινε το κινητό. Χανόταν για ώρες απ’όλους. Μερικές φορές το ξεχνούσε ανοιχτό και ήταν κάποιος φίλος:

- Έλα ρε...
- Έλα....
- Κοιμάσαι?

Η ερώτηση αυτή του έκανε κάθε φορά εντύπωση.

Συχνά ξενυχτούσε χωρίς λόγο. Άκουγε αγαπημένα τραγούδια, τραγουδούσε δυνατά κρατώντας αόρατο μικρόφωνο και ένοιωθε πως ερμήνευε σε κοινό που τον αποθέωνε. Πολλές φορές τον έπαιρναν τα κλάμματα απ΄τη συγκίνηση, άλλες φλέρταρε με το κοινό και έκανε χορευτικά ξεσηκώνοντας τους θαυμαστές του. Ονειρευόταν ώρες πολλές με τα μάτια μισόκλειστα και έκανε σχέδια. Ταξίδια μακρινά, γνωριμίες, έρωτες, διάλογοι με πρόσωπα φανταστικά και υπαρκτά. Γελούσε με αστείες ατάκες που σκεφτόταν και κρατούσε σημειώσεις.

Τον έπαιρνε ο ύπνος με την τηλεόραση να παίζει και τα φώτα αναμένα. Με τα γυαλιά στραβά στη μύτη. Ξυπνούσε απορημένος και πιασμένος. Σηκωνόταν, πήγαινε τουαλέτα, έπινε νερό και ξάπλωνε κατάκοπος. Τότε άρχιζαν όλα. Ταχυπαλμίες, αρρυθμίες, πόνος, εφίδρωση, φαγούρα. Άνοιγε τα παράθυρα να μπει αέρας. Σκεφτόταν «θα πεθάνω». Ξάπλωνε αγχωμένος μετρώντας τους παλμούς του. Άλλαζε πλευρό. Τα ίδια. Απέφευγε να κοιμάται μπρούμυτα γιατί είχε αναπτύξει μια δική του θεωρία. Η καρδιά χτυπάει πιο δυνατά όταν κοιμάσαι πάνω της.

Με τον καιρό άρχισε να ανησυχεί. Το σώμα του άλλαζε. Είχε αποκτήσει μια πλαδαρή κοιλιά και του φαινόταν ότι είχε περισσότερες τρίχες παντού εκτός από εκεί που έπρεπε. Το πρόσωπό του ήταν θαμπό, σταχτί. Το λευκό των ματιών του γκριζοκίτρινο. Το σχήμα τους φαινότανε θλιμένο, οι άκρες έγερναν προς τα κάτω. Ένοιωθε τη μύτη του χοντρή, πρησμένη. Άρχισε να παρατηρεί μικρά κόκκινα κλαδάκια στα ρουθούνια του και το απέδιδε στο κλίμα "Έσπασαν τα αγγεία μου, να θυμηθώ να πάρω μια καλή κρέμα».

Απέφευγε να κοιτάζει τον κόσμο στα μάτια. Στην καθημερινή του λίστα αγορών πρόσθεσε τσίχλες και καραμέλες. Ένοιωθε ότι οι πόροι του σώματός του ανέδυαν την επαίσχυντη μυρωδιά και άρχισε να φοράει μακρυμάνικα μακό. Ακόμα και το καλοκαίρι. Πήγε και σε γιατρούς. Καρδιολόγους, παθολόγους, δερματολόγους, γενικές αίματος, ούρων. Γενικά ήταν σε καλά επίπεδα. Τσιμπημένη χοληστερόλη & ουρικό οξύ. Οι γιατροί απεφάνθησαν ότι οφείλεται στο κόκκινο κρέας. «Ναι, πραγματικά μετά τη νόσο των πουλερικών τρώω μόνο κόκκινο κρέας, προφανώς εκεί οφείλεται», είπε ψέμματα και χάρηκε που βρήκαν το συκώτι του ατόφιο.Ο καρδιολόγος διέκρινε αρρυθμία και πρότεινε 24ώρη παρακολούθηση. Έγραψε και συνταγή την οποία έχει ακόμη στα συρτάρια του γραφείου που κρύβει τα 35άρια.

Απαλλαγμένος από το άγχος της υγείας συνέχισε λίγο πιο μαγκωμένα τη ρουτίνα του. Διαπίστωσε ότι οι ταμίες στο συνοικιακό μάρκετ άρχισαν να τον κοιτάζουν περίεργα γιατί το καλάθι του περιείχε καθημερινά την ίδια λίστα (με κανένα γιαούρτι ή γάλα να θολώνει την εικόνα). Άλλαξε μάρκετ. Βρήκε και κάποια κοντικά περίπτερα που πουλούσαν 35άρια. Κάθε φορά που πλησίαζε στο ταμείο σκεφτόταν «Λες να ξέρουν?», χαμογελούσε ευγενικά, πλήρωνε και απομακρυνόταν λαχταρώντας να μπει στο κρυσφηγετό του.

Κάθε βράδυ όταν άρχιζε το μούδιασμα έδινε υπόσχεση στον εαυτό του ότι αυτό θα ήταν το τελευταίο βράδυ παρέα μ’αυτό το διάολο. Από αύριο θα έπαιρνε βιταμίνες, θα πρόσεχε τη διατροφή του και θα περπατούσε περισσότερο. Δάκρυζε, έκλαιγε, ξέθαβε φωτογραφίες του πρώτου του έρωτα, έβλεπε τον εαυτό του όμορφο, υγιή και έλεγε μέσα του «Θα ξαναγίνω έτσι. Μπορώ». Και εκείνο το βράδυ το πίστευε, ήταν σίγουρος για τον εαυτό του. Και το γλένταγε για τελευταία φορά. Οι τελευταίες φορές ήταν καθημερινές. Άρχισε να επινοεί τρόπους υπενθύμισης. Πονούσε το σώμα του για να ξεφύγει από το μούδιασμα. Χάραζε τους μηρούς του μέχρι να στάξει αίμα. Ο πόνος τον ηρεμούσε και τον επανέφερε. Ζωγράφιζε κόβωντας το δέρμα του και έλεγε στον εαυτό του «όταν το δεις αυτό αύριο θα ξέρεις γιατί πρέπει να σταματήσεις». Ξαναγέμιζε βέβαιος ότι μετά απ’ αυτό θα ήταν η τελευταία φορά. Τη μέρα αισθανόταν πόνο και ντροπή γι’ αυτά που έκανε. Βράδυα μετά έξυνε το καύκαλο ανέκφραστα.

Ένα καλοκαίρι γνώρισε στο νησί μια Αγγλίδα. Όμορφη κοπέλα και κλασσάτη. Αιθέρια και χαμογελαστή. Έπιασαν κουβέντα. Του είπε «το καλό είναι να ξέρεις πότε να σταματάς». Χαμογέλασε υποψιασμένα. «Δύο χρόνια πριν όταν χώρισα με το αγόρι μου άρχισα να πίνω πολύ. Δεν έβγαινα από το σπίτι και κάθε απόγευμα μετά το γραφείο έπινα μόνη μου. Δεν έβλεπα τους φίλους γιατί ήμουν πάντα πολύ λιώμα για να τους συναντήσω και ντρεπόμουν για τον εαυτό μου. Έκλεινα το κινητό μου, εξαφανιζόμουν για μέρες. Ήμουν ερείπιο.» Βρήκε την παρέα της πολύ καταθλιπτική και την απέφευγε τις υπόλοιπες μέρες των διακοπών.

Γύρισε πίσω άφραγκος και σκέφτηκε τη δωροεπιταγή που είχε στο συρτάρι. Πήγε στο μεγάλο, πολυτελές μάρκετ και ψώνισε 35άρια όλο το ποσό. Στη διαδρομή για το ταμείο σκεφτόταν τι θα απαντούσε σε πιθανή ερώτηση του ταμία, δεδομένου ότι τα 70άρια ήταν σαφώς φτηνότερα και ένα καλάθι γεμάτο όμοια μικρά 35άρια όσο να’ναι τραβάει την προσοχή. Έφτιαξε λοιπόν ένα σενάριο: είναι καλλιτέχνης και τα μπουκάλια θα αξιοποιηθούν σε μια εικαστική σύνθεση τη δομή της οποίας δεν μπορεί να αποκαλύψει για ευνόητους λόγους. Ικανοποιημένος με τον εαυτό του έφτασε στο ταμείο και κοίταξε την ταμία στα μάτια περιμένοντας την ερώτηση. Μάταια. Τυπική αδιαφορία. «Θα μπορούσα να κουβαλάω 60 πακέτα σερβιέτες και τούτη εδώ θα με κοίταζε με το ίδιο ύφος. Δε βαριέσαι, καλύτερα.»

Μπήκε στο αυτοκίνητο και αποφάσισε να ακολουθήσει άλλη διαδρομή για το σπίτι. Έβαλε το αγαπημένο του cd και άρχισε να τραγουδάει δυνατά. Ήταν χαρούμενος. Υπολόγισε ότι οι προμήθειές του θα κρατούσαν μια βδομάδα.

«1η Σεπτεμβρίου αλλάζω ζωή»

Αναρτήθηκε απόalexis στις 8:06 π.μ.  

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε... 14 Μαρτίου 2007 στις 8:44 π.μ.  

απίστευτα καλό!
μου τέλειωσε και το ποτό γμτ μου!

zero είπε... 14 Μαρτίου 2007 στις 8:47 π.μ.  

Πολυ καλο ποστ.

ζερο.

alexis είπε... 14 Μαρτίου 2007 στις 9:51 π.μ.  

ευχαριστώ! (χικ)

Erwtas Stomaxhs είπε... 16 Μαρτίου 2007 στις 1:01 μ.μ.  

τελικά αυτά τα 35άρια είναι πιο δυνατά και από τα 45άρια!

Σούπερ!

alexis είπε... 16 Μαρτίου 2007 στις 2:04 μ.μ.  

indeed!

ευχαριστώ.

Δημοσίευση σχολίου