closed

σπρώχνει δειλά και η πόρτα χασμουριέται με τρίξιμο δυνατό
τι διάολο?

σκοτάδι …φως κλεφτό να μπαινοβγαίνει άρρυθμα μέσα από τις γρύλιες…

Διακόπτης και φως ..στιγμιαίο και αυτό … τρόμαξε η λάμπα και έσπασε φτιάχνοντας ένα στιγμιαίο πυροτέχνημα …

βγάζει τον αναπτήρα από την τσέπη …

Περπατάει προσεχτικά σα σε ναρκοπέδιο … τα μάτια έχουν γίνει πυρσοί …προσπαθεί να διακρίνει …

Ένα ποτήρι και ένα πεσμένο μπουκάλι πάνω στο bar ... το ξύλο προσπαθεί να δώσει μία γυαλάδα αλλά αδυνατεί με τόση σκόνη πάνω του … προχωράει …
Σκοντάφτει πάνω σε ένα πεσμένο σκαμπό … κάνει να το σηκώσει αλλά το μετανιώνει και το κλωτσάει πιο πέρα


η απόδειξη ακόμα πάνω στην ταμειακή … τα λεφτά μέσα …
βλέπει το μπουκάλι … ο λαιμός του δείχνει προς τις σκάλες … δεν μπορεί να κάνει αλλιώς πρέπει να το εμπιστευτεί …

πάνω είναι μόνο οι τουαλέτες και ο πίνακας … αν έβρισκε ένα κερί … το κάψιμο στο δάχτυλο έχει αρχίσει να γίνεται ανυπόφορο …

τα πόδια στιγμιαία αποφασίζουν ακινησία … έξω δύο κοριτσάκια γελάνε …
τι ανοησίες είναι αυτές, τι φοβάσαι ρε βλάκα έξω έχει τόσο κόσμο … βήμα γρήγορο…η καρδιά προσπερνά σε ταχύτητα

σκαλοπάτια πιο μεγάλα από ποτέ …φως , σκοτάδι …ας περάσει και άλλο αυτοκίνητο…

σκοτάδι , σκοτάδι , σκοτάδι …. Φως …

κρότος …

σκοτάδι…………

κάποιος παραγγέλνει vodka ,μία γυναίκα φλερτάρει έναν ξένο, μία άλλη κουρασμένη προσπαθεί να αποτυπώσει εντυπώσεις συστήνεται , χαμογελάει , σκέφτεται όλους όσους λείπουν , ένας ερωτευμένος πίνει με πείσμα … να πάει να την βρει και να τη ζαλίσει , john barleycorn must die στο repeat , ένας bar-man διηγείται ιστορίες ,
κόσμος , υπόκοσμος , γέλια , βαβούρα … ιστορίες …. αχνές σαν ανάσες στο τζάμι


Ένα βράδυ ηλεκτρονικό …. Μία πόρτα κοιμισμένη

Μη τη ξυπνήσεις αν φοβάσαι το σκοτάδι …

Αναρτήθηκε απόatg στις 6:50 μ.μ. 73 σχόλια  

Κρυα Βοτκα.

zero


*
Βοτκα με παγο.

On the rocks , που λενε και οι βλαχοι.

Ισως το καλυτερο ποτο.

*

ζερο.

Αναρτήθηκε απόzero στις 4:13 μ.μ. 2 σχόλια  

Μια νύχτα μόνο

Βράδυ Σαββάτου βγήκε με την παλιοπαρέα να ξεσκάσει. Βαριόταν αφάνταστα, αλλά δεν ήθελε να μείνει πάλι μέσα. Φόρεσε το πιο παλιό της τζην κι ένα μαύρο μακό και βγήκε. Στο μικρό επαρχιακό μπαράκι τα ίδια γνωστά πρόσωπα, η ίδια χιλιοπαιγμένη μουσική, πότε θ’ αλλάξουν ρεπερτόριο επιτέλους; Οι κουβέντες χιλιοειπωμένες κι αυτές, τόσα χρόνια τώρα τίποτα δεν άλλαζε στον μικρό τους τόπο. Μόνο τα καλοκαίρια ερχόταν κάνας ξεχασμένος τουρίστας περαστικός που δεν έβρισκε αλλού δωμάτιο να διανυκτερεύσει.

Είχε ήδη πιει το δεύτερο ποτό της και κοίταξε το ρολόι στο χέρι της. Μία παρά τέταρτο. Ήταν νωρίς ακόμα αλλά δεν είχε κανένα λόγο να μείνει. Η κάπνα της ξέραινε το λαιμό και της έτσουζε τα μάτια. Η παρέα της φαινόταν τόσο βαρετή. Έψαξε με το βλέμμα το χώρο να βρει το σερβιτόρο, να πληρώσει και να φύγει. Ένα ψυχρό ρεύμα που τη χτύπησε στην πλάτη την έκανε να σιχτιρίσει για πολλοστή φορά απόψε. Κάθε που άνοιγε η πόρτα του μικρού μπαρ, η παγωνιά την κάρφωνε στην ωμοπλάτη, απομεινάρι από παλιά ψύξη που την ταλαιπωρούσε χρόνια τώρα. Γύρισε θυμωμένη σχεδόν να κοιτάξει ποιος μπήκε τέτοια ώρα. Οι γνωστοί θαμώνες ήταν ήδη εκεί από νωρίς.

Αντίκρυσε το βλέμμα του και πάγωσε. Ο σερβιτόρος που στο μεταξύ είχε δει την κίνηση του χεριού της ήταν ήδη δίπλα της. « Ένα ακόμα από τα ίδια» του είπε. Ασυναίσθητα πέρασε το χέρι στα σπαστά κόκκινα μαλλιά της και μετάνιωσε που δεν είχε περιποιηθεί τον εαυτό της απόψε. Εκείνος την είχε ήδη δει με την άκρη του ματιού του. Μόνο τυφλός δε θα πρόσεχε αυτήν την πορφυρή χαίτη. Κινήθηκε με την παρέα του προς το μοναδικό σημείο της μπάρας όπου υπήρχε λίγος χώρος ν΄ακουμπήσουν. Ήταν ξένοι, περαστικοί για μια νύχτα. Τηλεοπτικό συνεργείο που γύριζε ντοκυμαντέρ για την περιοχή, τους πρόλαβε το σκοτάδι πριν τελειώσουν το γύρισμα στη λίμνη κι έτσι θα έπρεπε να μείνουν μέχρι να ολοκληρωθεί η λήψη με το επόμενο φως της μέρας. Είναι πολύ εύκολο να τα μάθεις όλα αυτά σ’ ένα χωριό, όπου το μόνο που περιμένει κανείς είναι η άφιξη ενός ξένου για να ταράξει λίγο τα λιμνάζοντα νερά της μικρής επαρχίας.

Πήγε και στριμώχτηκε στο μπαρ να παραγγείλει τέταρτο. Ήταν μια καλή πρόφαση για να τον πλησιάσει. «Για γυναίκα πολύ πίνεις» άκουσε τη φωνή του να της γαργαλά το αυτί. «Κι εσύ για άντρας σχεδόν καθόλου» του χαμογέλασε δήθεν υποτιμητικά, περιπαιχτικά, κοιτώντας μια τα μάτια του και μια τη μπύρα που κρατούσε. «Κέρνα τα παιδιά μερικά σφηνάκια ν’ ανάψει το κέφι» φώναξε στον μπάρμαν, ο οποίος πρώτη φορά την έβλεπε να κάνει τέτοια κίνηση. «Κερνάνε κι οι γυναίκες στα μέρη σας;» την πείραξε εκείνος. «Όλα τα κάνουν οι γυναίκες εδώ» του είπε και του έκλεισε πονηρά το μάτι. Του γύρισε την πλάτη για να μην τη δει να κοκκινίζει και κατευθύνθηκε προς την παρέα της. Πώς το είχε ξεστομίσει αυτό; Την ίδια στιγμή κιόλας ένιωσε πως ήθελε ν’ ανοίξει η γη και να την καταπιεί. Δεν ήταν καθόλου του στυλ της κάτι τέτοιο!

Τους βρήκε 5 η ώρα το πρωί να πίνουν μπύρες στο παγκάκι στην πλατεία, το μπαρ έπρεπε να κλείσει, όμως εκείνοι δεν ήθελαν να φύγουν. Της μίλησε για τη ζωή του, του είπε τα δικά της κι ήταν σαν να γνωριζόντουσαν χρόνια. Της ήταν οικεία η μυρωδιά του και το βλέμμα του κι ο ήχος της φωνής του σαν να την υπνώτιζε και δεν την άφηνε να φύγει. Όταν το πρώτο κοκκόρι λάλησε κατάλαβαν πως έπρεπε να φύγουν, σε λίγο οι πρώτοι κάτοικοι θα ξεκινούσαν τη μέρα τους και δεν ήθελε να δώσει λαβές για σχόλια. Την έπιασε απ’ το χέρι και την οδήγησε στο αυτοκίνητο, σε 2 λεπτά βρισκόντουσαν στο πανδοχείο, σε 5 ξάπλωνε ήδη στο κρεβάτι του, μισοκοιμισμένη σχεδόν στην αγκαλιά του. Σε 1 ώρα το συνεργείο θα ετοιμαζόταν για το γύρισμα. Είχαν τόσα ακόμα να πουν κι ο χρόνος ήταν τόσο εχθρικός μαζί τους. Της έκανε έρωτα κοιτώντας την συνεχώς στα μάτια. Κανείς δεν της είχε φερθεί τόσο τρυφερά μέχρι τώρα.

Όταν ξύπνησε ήταν περασμένο μεσημέρι. Εκείνος έλειπε από δίπλα της. Στο μαξιλάρι υπήρχε ένα χαρτάκι μ’ ένα τηλέφωνο. Το έσκισε βιαστικά. Από τις γνωριμίες της μιας νύχτας δεν περίμενε ποτέ τίποτα.

Αναρτήθηκε απόnosyparker στις 9:03 μ.μ. 1 σχόλια  

Απλη περιγραφη της 27ης Μαρτίου...έμπνευση 0

Ξέρω υποσχέθηκα ποστ.....
αλλά δε θυμάμαι τίποτα....
μόνο πως κοιμήθηκα στις 5
σηκώθηκα στις 6.45
κι όλα γύριζαν....
επιφυλάσσομαι...........
σκεφτομουν μια άλλη συνάντηση στην πρωτευουσα με μερικους πολυ αγαπημένους καπέλους...
Κι αν είμασταν όλοι μαζί!
Καταγγέλω τους Θεσσαλονικεις συντρόφους που με πότισαν κονιακ-ια
σε αντιθεση με τους πρωτευουσιανους που μας ταισαν κιόλας....
Τσ ντροπή...
Μοτο, Τομ, Μανταλένα, Γκοντό, και γεροξεμωραμενε μου λειψατε...
Στομαχη, Αγγελε, Atg, Nosy, Nada, Kafou πολυ σας χάρηκα΄...
Αν ελειπε κι αυτος ο Nahames ολα θα ηταν μια χαρα....

Αναρτήθηκε απόФе́ммe скатале στις 11:57 π.μ. 11 σχόλια  

Και να σε πίνω όλη νύχτα

Ήρθες χθες αργά και με ξύπνησες. Θα ‘ταν δε θα ‘ταν τρεις και γυρνούσες απ΄ τα μπαρ. Μύριζε η ανάσα σου αλκοόλ μα ήταν γλυκό το φιλί σου κι ας βρωμούσαν τα ρούχα σου τσιγάρο. Στάθηκες αμήχανα εκεί στην πόρτα και με κοίταγες να γδύνομαι, σαν να περίμενες να σε καλέσω μέσα. Μα ήσουν ήδη μέσα, μωρό μου, γέμιζε ο τόπος απ’ την παρουσία σου.

«Τι ήπιες;» ρώτησα.
«Και τι δεν ήπια!» απάντησες.

Κι άρχισες ν’ απαριθμείς ονόματα από ποτά κι έχασα το μέτρημα. Μια μπύρα ένιωσα στο πρώτο σου φιλί, μαύρη, κόκκινη ή ξανθιά, δε βάζω στοίχημα. Ένα αμαρέτο με λεμόνι και δυο ουίσκυ γεύτηκα μετά και πολλά σφηνάκια. Έτσι μυρίζω άραγε κι εγώ μετά από τα ξενύχτια; Στάλα δεν είχα πιει εχθές, μα ήπια μια θάλασσα μέσα από σένα. Και μου διηγήθηκες τη νύχτα σου, καθώς αφήναμε τ΄αποτυπώματά μας στα σεντόνια. Κι ήθελα κι άλλο να σε πιω, και ζήλευα που ήμουν στεγνή από αλκοόλ αυτό το βράδυ.

Πήγα και πήρα το μπουκάλι απ΄ την κουζίνα και σου ‘δινα να πιεις κι έπινα εγώ απ΄τα χείλη σου και μέθυσα χίλιες φορές θαρρείς. Ρούφηξα μια γουλιά κρασί, την κράτησα στο στόμα και σου ‘δωσα να καταπιείς. Κι έκανες το στήθος μου χωνί κι ήπιες κι εσύ από κει μέσα. Και με κέρναγες όλο το βράδυ χάδια, φιλιά και αλκοόλ, και τόση μέθη, Θεέ μου, πρώτη φορά την άντεξα. Να μου ξανάρθεις και να είσαι μεθυσμένο...

Αναρτήθηκε απόnosyparker στις 10:04 μ.μ. 12 σχόλια  

"Αιωνία του η μνήμη και καλή ανάσταση"

Ένας χώρος γεμάτος από αναθυμιάσεις αλκοόλης δεν μπορεί παρά να έχει και τον ύμνο του μεθυσμένου. Κι αυτός δεν είναι άλλος από το "John Barleycorn must die".
Μόνο που δεν μπορούσα να διαλέξω ανάμεσα στην διασκευή του J. Mark Sugars και τους στίχους που μάζεψε ο γνωστός μέθυσος ποιητής Robert Burns. Ρίχνω λοιπόν στον πάγκο τις δυο επιλογές, αφήνω και το τραγούδι των Traffic -φιλοδώρημα στη σερβιτόρα και καληνυχτίζω. Κοντεύει να ξημερώσει:

1.
There were three men come from the West
Their fortunes for to try,
And these three made a solemn vow:
"John Barleycorn must die."

They plowed, they sowed, they harrowed him in,
Threw clods upon his head,
'Til these three men were satisfied
John Barleycorn was dead.

They let him lie for a very long time,
'Til the rains from heaven did fall,
When little Sir John raised up his head
And so amazed them all.

They let him stand 'til Mid-Summer's Day
When he looked both pale and wan;
Then little Sir John grew a long, long beard
And so became a man.

They hired men with their scythes so sharp
To cut him off at the knee;
They rolled him and tied him around the waist,
And served him barbarously.

They hired men with their sharp pitchforks
To pierce him to the heart,
But the loader did serve him worse than that,
For he bound him to the cart.

They wheeled him 'round and around the field
'Til they came unto a barn,
And there they took a solemn oath
On poor John Barleycorn.

They hired men with their crab-tree sticks
To split him skin from bone,
But the miller did serve him worse than that,
For he ground him between two stones.

There's little Sir John in the nut-brown bowl,
And there's brandy in the glass,
And little Sir John in the nut-brown bowl
Proved the strongest man at last.

The huntsman cannot hunt the fox
Nor loudly blow his horn
And the tinker cannot mend his pots
Without John Barleycorn.


2.
There was three kings into the east,
Three kings both great and high,
And they hae sworn a solemn oath
John Barleycorn should die.

They took a plough and plough'd him down,
Put clods upon his head,
And they hae sworn a solemn oath
John Barleycorn was dead.

But the cheerful Spring came kindly on'
And show'rs began to fall;
John Barleycorn got up again,
And sore surpris'd them all.

The sultry suns of Summer came,
And he grew thick and strong:
His head weel arm'd wi pointed spears,
That no one should him wrong.

The sober Autumn enter'd mild,
When he grew wan and pale;
His bendin joints and drooping head
Show'd he began to fail.

His colour sicken'd more and more,
He faded into age;
And then his enemies began
To show their deadly rage.

They've taen a weapon, long and sharp,
And cut him by the knee;
They ty'd him fast upon a cart,
Like a rogue for forgerie.

They laid him down upon his back,
And cudgell'd him full sore.
They hung him up before the storm,
And turn'd him o'er and o'er.

They filled up a darksome pit

With water to the brim,
They heav'd in John Barleycorn-
There, let him sink or swim!

They laid him upon the floor,
To work him farther woe;
And still, as signs of life appear'd,
They toss'd him to and fro.

They wasted o'er a scorching flame
The marrow of his bones;
But a miller us'd him worst of all,
For he crush'd him between two atones.

And they hae taen his very hero blood
And drank it round and round;
And still the more and more they drank,
Their joy did more abound.

John Barleycorn was a hero bold,
Of noble enterprise;
For if you do but taste his blood,
'Twill make your courage rise.

'Twill make a man forget his woe;
'Twill heighten all his joy:
'Twill make the widow's heart to sing,
Tho the tear were in her eye.

Then let us toast John Barleycorn,
Each man a glass in hand;
And may his great posterity
Ne'er fail in old Scotland!




06-John Barleycorn...

Αναρτήθηκε απόThe Motorcycle boy στις 3:20 μ.μ. 3 σχόλια  

Bar-man...

Που δουλεύω?
Στα άγνωστα και στα περίεργα…
Πώς τα βγάζω πέρα?
Με στοιχήματα που κερδίζεις μόνο με άδειες τσέπες…
Βλέπεις…
Κλέβω εμπειρίες και χαρίζω στιγμές…

Το να είσαι πίσω από το Bar δε διαφέρει και πολύ από το να είσαι πίσω από ένα γκισέ λεωφορείων…
Εισιτήρια είναι τα ποτά τι νομίζεις?
Άλλος ζητάει εισιτήριο για τη λήθη ,
Άλλος για χαλάρωση
Άλλος για να ανεβάσει τη libito του και πάει λέγοντας…

Και γω κάθομαι και τους τα προσφέρω
Σημείο αναφοράς με βάρδια…

Είναι φορές που κάθομαι και τους ακούω με ευχαρίστηση
Άλλες φορές αφήνω το σώμα στον αυτόματο
Να κουνάει ρυθμικά το κεφάλι με τον μετρονόμο στο 25
Και την κάνω δίπλα της νοητά …
Όταν μου την πέφτουν γκομενάκια γουστάρω και θυμώνω ταυτόχρονα…
Κοπελιά αν με έβλεπες στο δρόμο θα μου έριχνες χαμόγελο?

Αν μου αρέσει η δουλειά μου?
Εξαρτάται από την ιστορία …

Αναρτήθηκε απόatg στις 11:44 π.μ. 4 σχόλια  

Με λένε Στάθη

Με λένε Στάθη. Πρώτη φορά την είδα πριν 6 χρόνια. Ήταν εκείνη την Τετάρτη που ξεκίνησαν όλα να στραβώνουν ανεπανόρθωτα. Μόλις είχα βγει από την ψειρού και το μόνο που σκεφτόμουνα ήταν μια νέα αρχή. Ένα μικρό διάρι, μια δουλειά που να μην είναι σκλαβιά, μια γυναίκα, ένα σκύλο και μια έγχρωμη τηλεόραση. Σε αυτό το σινάφι τα νέα ταξιδεύουν με ταχύτητα του φωτός. Οι περίεργοι ψάχνανε για φθηνά τυπάκια με προϋπηρεσία σαν και του λόγου μου. Με πλησιάσανε και μου τάξανε καθαρή δουλειά στην τράπεζα, καθαριστής δηλαδή, αλλά με πολλά έξτρα. Δέχτηκα χωρίς πολλή σκέψη. Οι περίεργοι σχεδιάζανε από καιρό το ριφιφί, δουλειά μου ήταν να δίνω πληροφορίες από μέσα, κάμερες, συστήματα ασφαλείας, φρουροί, αλλαγή βάρδιας, καβάντζες, συναγερμοί, συνδυασμοί, γενικά ό,τι μπορούσε να κόψει το έμπειρο μάτι μου. Κάθε Τετάρτη βράδυ έπρεπε να πηγαίνω στο περίπτερο του Καλόγερου, να παίρνω το βιβλιαράκι τσέπης «κάλυψη-απόκρυψη» με τις οδηγίες, το οποίο περιείχε και τον εβδομαδιαίο έξτρα μισθό μου και από εκεί κατευθείαν να την κόβω για το συνοικιακό μπαρ. Εκεί μέσα υπήρχε «κλειδωμένο» σκαμπό ειδικά για ‘μένα. Ακούγανε από το παρκαρισμένο βαν ακόμα και την ανάσα μου, ήμουν υποχρεωμένος να μη βγάζω άχνα. Αμίλητος έπρεπε να μελετάω τις οδηγίες των περίεργων και να πίνω για να μη δίνω στόχο.

Κάθε βδομάδα εκείνη μ’ άρεζε όλο και πιο πολύ. Το διάρι το είχα, την δουλειά επίσης, το ίδιο και την έγχρωμη τηλεόραση, το μόνο που έλειπε ήταν αυτή και ο σκύλος. Κάβλωνα κάθε φορά που μου έφερνε το ποτό, παράγγελνα συνέχεια μόνο και μόνο για να την βλέπω να με πλησιάζει και να την μυρίζω ώσπου έχανα την αίσθηση της όσφρησης και της όρασης. Μετά από κάποιους μήνες το έξτρα βδομαδιάτικο γινόταν βότκες. Βγαίνοντας από το μπαρ το βιβλιαράκι έπρεπε να το πετάω στον μεγάλο μπλε πλαστικό κάδο, μετά το μαζεύανε αυτοί. Είχα συγκεντρώσει από καιρό τις πληροφορίες που θέλανε αλλά το τούνελ αργούσε ακόμα και με κρατούσανε για τα απρόοπτα.

Την προτελευταία Τετάρτη την είδα να έρχεται και να κάθεται απέναντί μου. Με κοιτούσε επίμονα, ήμουν σίγουρος ότι κάτι ήθελε να μου πει. Μου είχαν κοπεί τα πόδια. Την ήθελα τόσο πολύ και δεν μπορούσα να πω κουβέντα. Είχα κουραστεί από την ιστορία αλλά ήξερα ότι σύντομα θα τέλειωνε. Ήμουν έτοιμος να αποβιβαστώ από την υπόθεση. Ήμουν απολύτως αποφασισμένος την ερχόμενη Τετάρτη να πάω και να της μιλήσω, θα της πρότεινα να φύγουμε μαζί βόρεια αφού πρώτα χαλούσα τον κοριό στη βάση του σκαμπό.

Η ζωή είναι μια ζαριά και ‘γω έφερα με την πρώτη ασόδυο. Την Κυριακή μου την πέσανε στο δυάρι και με πήρανε σηκωτό. Το τούνελ ήταν έτοιμο στην τρίχα. Χρειάζονταν χέρια για να γίνει η δουλειά στο δίλεπτο. Πήρανε όλους όσους γνώριζαν την υπόθεση. Στο τούνελ χώθηκα τρίτος με τις τσάντες ανά χείρας. Μόλις μπήκαμε όλοι στις θυρίδες έγινε το πέσιμο. Μπουκάρανε απ’ όλες τις κατευθύνσεις με πολυβόλα και αλεξίσφαιρα. Ο Καλόγερος ήταν ασφαλίτης. Ανέκαθεν σιχαινόμουνα τους περιπτεράδες.

Μετά από 2 χρόνια πήρα την πρώτη μου άδεια και πέρασα ημέρα Τετάρτη από το Μπαρ. Είχε μετονομαστεί σε Mr.Ben. Δεν έκανα καν τον κόπο να μπω μέσα...

Αναρτήθηκε απόErwtas Stomaxhs στις 12:30 π.μ. 9 σχόλια  

Ursus.

Μπαρμαν
φερε ενα μπουκαλι Ursus
να κερασω ολο το μαγαζι.
Αντε
γιατι μου φαινεται οτι εκατσε η βαρκα.
Αντε
να παρουμε μπρος.

ζερο.

Αναρτήθηκε απόzero στις 10:41 π.μ. 7 σχόλια  

Νέα Ζωή

Είχε δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια μια μικρή ρουτίνα. Κάθε απόγευμα μετά το γραφείο έκανε μια στάση στο μάρκετ της γειτονιάς και αγόραζε ένα 35άρι (δεν του άρεσε το 70άρι γιατί απαιτούσε 2ήμερη δέσμευση), 2 αεριούχα ένα αλμυρό και ένα γλυκό. Είχε διαπιστώσει ότι ήθελε πάντα γλυκό στο τέλος. Το αλμυρό ήταν ούτως ή άλλως μέρος της ζωής του. Γύριζε σπίτι, έβαζε τις πυζάμες του, έκανε μερικές δουλειές στα γρήγορα, τόσες ώστε ο χώρος να του προσφέρει επιφανειακή τάξη και ηρεμία. Άνοιγε το 35άρι με λαχτάρα, γέμιζε μισό, το υπόλοιπο ανθρακικό, 2 παγάκια. Τσιμπολογούσε κανένα αλμυρό να μην τον πειράξει στο στομάχι. Ξαναγέμιζε. Έβλεπε ειδήσεις, ταινίες, διάβαζε βιβλία, παλιά ένθετα εφημερίδων. Ξαναγέμιζε. Έκλεινε το κινητό. Χανόταν για ώρες απ’όλους. Μερικές φορές το ξεχνούσε ανοιχτό και ήταν κάποιος φίλος:

- Έλα ρε...
- Έλα....
- Κοιμάσαι?

Η ερώτηση αυτή του έκανε κάθε φορά εντύπωση.

Συχνά ξενυχτούσε χωρίς λόγο. Άκουγε αγαπημένα τραγούδια, τραγουδούσε δυνατά κρατώντας αόρατο μικρόφωνο και ένοιωθε πως ερμήνευε σε κοινό που τον αποθέωνε. Πολλές φορές τον έπαιρναν τα κλάμματα απ΄τη συγκίνηση, άλλες φλέρταρε με το κοινό και έκανε χορευτικά ξεσηκώνοντας τους θαυμαστές του. Ονειρευόταν ώρες πολλές με τα μάτια μισόκλειστα και έκανε σχέδια. Ταξίδια μακρινά, γνωριμίες, έρωτες, διάλογοι με πρόσωπα φανταστικά και υπαρκτά. Γελούσε με αστείες ατάκες που σκεφτόταν και κρατούσε σημειώσεις.

Τον έπαιρνε ο ύπνος με την τηλεόραση να παίζει και τα φώτα αναμένα. Με τα γυαλιά στραβά στη μύτη. Ξυπνούσε απορημένος και πιασμένος. Σηκωνόταν, πήγαινε τουαλέτα, έπινε νερό και ξάπλωνε κατάκοπος. Τότε άρχιζαν όλα. Ταχυπαλμίες, αρρυθμίες, πόνος, εφίδρωση, φαγούρα. Άνοιγε τα παράθυρα να μπει αέρας. Σκεφτόταν «θα πεθάνω». Ξάπλωνε αγχωμένος μετρώντας τους παλμούς του. Άλλαζε πλευρό. Τα ίδια. Απέφευγε να κοιμάται μπρούμυτα γιατί είχε αναπτύξει μια δική του θεωρία. Η καρδιά χτυπάει πιο δυνατά όταν κοιμάσαι πάνω της.

Με τον καιρό άρχισε να ανησυχεί. Το σώμα του άλλαζε. Είχε αποκτήσει μια πλαδαρή κοιλιά και του φαινόταν ότι είχε περισσότερες τρίχες παντού εκτός από εκεί που έπρεπε. Το πρόσωπό του ήταν θαμπό, σταχτί. Το λευκό των ματιών του γκριζοκίτρινο. Το σχήμα τους φαινότανε θλιμένο, οι άκρες έγερναν προς τα κάτω. Ένοιωθε τη μύτη του χοντρή, πρησμένη. Άρχισε να παρατηρεί μικρά κόκκινα κλαδάκια στα ρουθούνια του και το απέδιδε στο κλίμα "Έσπασαν τα αγγεία μου, να θυμηθώ να πάρω μια καλή κρέμα».

Απέφευγε να κοιτάζει τον κόσμο στα μάτια. Στην καθημερινή του λίστα αγορών πρόσθεσε τσίχλες και καραμέλες. Ένοιωθε ότι οι πόροι του σώματός του ανέδυαν την επαίσχυντη μυρωδιά και άρχισε να φοράει μακρυμάνικα μακό. Ακόμα και το καλοκαίρι. Πήγε και σε γιατρούς. Καρδιολόγους, παθολόγους, δερματολόγους, γενικές αίματος, ούρων. Γενικά ήταν σε καλά επίπεδα. Τσιμπημένη χοληστερόλη & ουρικό οξύ. Οι γιατροί απεφάνθησαν ότι οφείλεται στο κόκκινο κρέας. «Ναι, πραγματικά μετά τη νόσο των πουλερικών τρώω μόνο κόκκινο κρέας, προφανώς εκεί οφείλεται», είπε ψέμματα και χάρηκε που βρήκαν το συκώτι του ατόφιο.Ο καρδιολόγος διέκρινε αρρυθμία και πρότεινε 24ώρη παρακολούθηση. Έγραψε και συνταγή την οποία έχει ακόμη στα συρτάρια του γραφείου που κρύβει τα 35άρια.

Απαλλαγμένος από το άγχος της υγείας συνέχισε λίγο πιο μαγκωμένα τη ρουτίνα του. Διαπίστωσε ότι οι ταμίες στο συνοικιακό μάρκετ άρχισαν να τον κοιτάζουν περίεργα γιατί το καλάθι του περιείχε καθημερινά την ίδια λίστα (με κανένα γιαούρτι ή γάλα να θολώνει την εικόνα). Άλλαξε μάρκετ. Βρήκε και κάποια κοντικά περίπτερα που πουλούσαν 35άρια. Κάθε φορά που πλησίαζε στο ταμείο σκεφτόταν «Λες να ξέρουν?», χαμογελούσε ευγενικά, πλήρωνε και απομακρυνόταν λαχταρώντας να μπει στο κρυσφηγετό του.

Κάθε βράδυ όταν άρχιζε το μούδιασμα έδινε υπόσχεση στον εαυτό του ότι αυτό θα ήταν το τελευταίο βράδυ παρέα μ’αυτό το διάολο. Από αύριο θα έπαιρνε βιταμίνες, θα πρόσεχε τη διατροφή του και θα περπατούσε περισσότερο. Δάκρυζε, έκλαιγε, ξέθαβε φωτογραφίες του πρώτου του έρωτα, έβλεπε τον εαυτό του όμορφο, υγιή και έλεγε μέσα του «Θα ξαναγίνω έτσι. Μπορώ». Και εκείνο το βράδυ το πίστευε, ήταν σίγουρος για τον εαυτό του. Και το γλένταγε για τελευταία φορά. Οι τελευταίες φορές ήταν καθημερινές. Άρχισε να επινοεί τρόπους υπενθύμισης. Πονούσε το σώμα του για να ξεφύγει από το μούδιασμα. Χάραζε τους μηρούς του μέχρι να στάξει αίμα. Ο πόνος τον ηρεμούσε και τον επανέφερε. Ζωγράφιζε κόβωντας το δέρμα του και έλεγε στον εαυτό του «όταν το δεις αυτό αύριο θα ξέρεις γιατί πρέπει να σταματήσεις». Ξαναγέμιζε βέβαιος ότι μετά απ’ αυτό θα ήταν η τελευταία φορά. Τη μέρα αισθανόταν πόνο και ντροπή γι’ αυτά που έκανε. Βράδυα μετά έξυνε το καύκαλο ανέκφραστα.

Ένα καλοκαίρι γνώρισε στο νησί μια Αγγλίδα. Όμορφη κοπέλα και κλασσάτη. Αιθέρια και χαμογελαστή. Έπιασαν κουβέντα. Του είπε «το καλό είναι να ξέρεις πότε να σταματάς». Χαμογέλασε υποψιασμένα. «Δύο χρόνια πριν όταν χώρισα με το αγόρι μου άρχισα να πίνω πολύ. Δεν έβγαινα από το σπίτι και κάθε απόγευμα μετά το γραφείο έπινα μόνη μου. Δεν έβλεπα τους φίλους γιατί ήμουν πάντα πολύ λιώμα για να τους συναντήσω και ντρεπόμουν για τον εαυτό μου. Έκλεινα το κινητό μου, εξαφανιζόμουν για μέρες. Ήμουν ερείπιο.» Βρήκε την παρέα της πολύ καταθλιπτική και την απέφευγε τις υπόλοιπες μέρες των διακοπών.

Γύρισε πίσω άφραγκος και σκέφτηκε τη δωροεπιταγή που είχε στο συρτάρι. Πήγε στο μεγάλο, πολυτελές μάρκετ και ψώνισε 35άρια όλο το ποσό. Στη διαδρομή για το ταμείο σκεφτόταν τι θα απαντούσε σε πιθανή ερώτηση του ταμία, δεδομένου ότι τα 70άρια ήταν σαφώς φτηνότερα και ένα καλάθι γεμάτο όμοια μικρά 35άρια όσο να’ναι τραβάει την προσοχή. Έφτιαξε λοιπόν ένα σενάριο: είναι καλλιτέχνης και τα μπουκάλια θα αξιοποιηθούν σε μια εικαστική σύνθεση τη δομή της οποίας δεν μπορεί να αποκαλύψει για ευνόητους λόγους. Ικανοποιημένος με τον εαυτό του έφτασε στο ταμείο και κοίταξε την ταμία στα μάτια περιμένοντας την ερώτηση. Μάταια. Τυπική αδιαφορία. «Θα μπορούσα να κουβαλάω 60 πακέτα σερβιέτες και τούτη εδώ θα με κοίταζε με το ίδιο ύφος. Δε βαριέσαι, καλύτερα.»

Μπήκε στο αυτοκίνητο και αποφάσισε να ακολουθήσει άλλη διαδρομή για το σπίτι. Έβαλε το αγαπημένο του cd και άρχισε να τραγουδάει δυνατά. Ήταν χαρούμενος. Υπολόγισε ότι οι προμήθειές του θα κρατούσαν μια βδομάδα.

«1η Σεπτεμβρίου αλλάζω ζωή»

Αναρτήθηκε απόalexis στις 8:06 π.μ. 5 σχόλια  

Smooth Criminal.

Θυμαμαι
Την εποχη που υπηρχε το μπλογκς.gr
Υπηρχαν τοτε κανα δυο γυναικες που συνεχεια εγραφαν για πιπες , για τσιμπουκια, για τρυπες.
Τοτε , λοιπον , ειχα κανει ενα σχολιο και ειχα μιλησει για την απωλεια.
Οτι δηλαδη , υπαρχουν μερικοι ανθρωποι που εχουν χασει ανθρωπο και πλεον εκτιμουν διαφορετικα τα πραγματα.
Τα βλεπουν με αλλο ματι.
Ευτυχως τοτε η γραμμη μου ειχε περασει και σταματησαν αυτα τα ηλιθια ποστ.
Τωρα στην μοδα ειναι ενας αλλος τροπος γραφης.
Αυτος της βιας , αυτος των ουσιων.
Θελω να γραψω κανα δυο λεξεις πανω σε αυτα τα θεματα.
Κοιταξε να δεις φιλε μου...
Δεν υπαρχει τιποτα ανηθικο ‘η ηθικο , δεν υπαρχει τιποτα καλο ‘η κακο.
Απλα , μερικα πραγματα δεν γραφονται.
Και θα σου εξηγησω αμεσως γιατι...
Το τι κανεις στην ζωη σου ...δεν με νοιαζει.
Με νοιαζει ομως οταν γραφεις κατι και αυτο το διαβαζει η γυναικα μου, η γκομενα μου, το παιδι μου.
Γιατι πολυ απλα μπορει να θελησουν να σε μιμηθουν στην μαλακια που κανεις.
Εκει βρισκεται το προβλημα.
Οτι την μαλακια που εσυ γραφεις , την διαβαζει καποιος ανθρωπος που αγαπω.
Και μπορει να τον χασω.
Και τοτε θα εχω προβλημα.
Ο ανθρωπος ειναι ενα ζωο που ζει μεσα στα παθη του.
Τα παθη αυτα αποτελουν κρυφες πτυχες του χαρακτηρα του.
Σκοτεινες γωνιες της ψυχης του.
Τα παθη αυτα δεν ειναι μεταλλια να τα φοραμε στο πετο μας.
Δεν αποτελουν πραξεις για τις οποιες πρεπει να ειμαστε υπερηφανοι.
Δεν ειναι μαγκια.
Ειναι λαθη μας.
Μερικες φορες θανασιμα λαθη.
Γι ‘ αυτο δεν εχεις το δικαιωμα να γραφεις για τις βρωμιες σου δημοσια.
Γιατι σκοτωνεις οτι εγω αγαπω.
Επισης.
Εχω παρατηρησει πως μερικοι bloggers γραφουν για την βια , χωρις να ξερουν τι ειναι βια, χωρις ποτε στην ζωη τους να εχουν βιωσει πραγματικη βια.
Δεν ξερουν γιατι πραγμα γραφουν οι ανθρωποι.
Θα σου πω ενα μυστικο για την βια.
Στην βια τελος δεν υπαρχει.
Η βια γενναει βια.
Και στο τελος αυτος που θα κτυπαει το κεφαλι του στον τοιχο , ειναι αυτος που εχει μεινει ορθιος.
Καταλαβες τιποτα απο αυτα που σου λεω φιλε μου?
Η υπερβολικη χρηση βιας ειναι ηλιθιοτητα , δεν ειναι μαγκια.
Θα με ρωτησεις τωρα....
Και ποιος ειμαι εγω που τα γραφω ολα αυτα?
Που ανακατευομαι δηλαδη , με το τι γραφει ‘η δεν γραφει ο καθε ανωμαλος μεσα εδω ...στην χωματερη του ιντερνετ.
Θα σου πω...
Ενας απλος ανθρωπος ειμαι , ενας μετριος , που ομως δεν εχω την πολυτελεια να χασω τιποτα αλλο , γιατι εχω χασει πολλα πραγματα στην ζωη μου.
Με λιγα λογια ...οτι αγαπουσα το εχω χασει.
Τουτεστιν...
Οποιος ανθρωπος με κοινη λογικη εχει απομεινει και διαβαζει τιποτα μαλακιες που καποιος αλλος “προχωρημενος” μαγκας γραφει....
........καπου –καπου να του ριχνει και κανα καριολικι
Για να’ρχομαστε στα ισια μας.
Και τωρα θα επιστησω την προσοχη σου
Στο τελευταιο video στα αριστερα της σελιδας
Που ειναι το videoclip του τραγουδιου Smooth Criminal του Michael Jackson.
To video αυτο εχει διαρκεια 9 λεπτα απο τα οποια... τα τελευταια 3 ειναι αριστουργηματικα , γιατι ο Michael σαν χορευτης δεν παιζεται.
Σαν ανθρωπος ομως ειναι σκατα και δεν τον παω καθολου.
Το τραγουδι παει καπως ετσι....
You been hit back
You been struck back
By a smooth criminal
Annie are you walking
Are you walking Annie?
Annie are you walking
Are you walking Annie?
You been hit back
You been struck back
By a smooth criminal.



Εδω ειναι που λεω εγω ........Lost case.
Next…

ζερο.

Αναρτήθηκε απόzero στις 3:45 μ.μ. 3 σχόλια  

Famous.

Τι ηθελες και μου ειπες οτι εκεινος ο γελοιος , ο φιλος σου ο Τακης πινει Famous.
Σιγα το ποτο.
Σιγα το δυνατο ου’ι’σκι μωρε.
Σιγα τον τυπο , που τον βαλαμε και στην ζωη μας.
Ξαφνικα απο το πουθενα , μας προεκυψε και ενας τυπος που πινει Famous.
Ειχαμε φιλους απο ολα τα ποτα, τωρα εχουμε και τον κυριο Τακη.
Την παρηγορητρα.
Σου κρατουσε συντροφια ολους τους μηνες που ελειπα.
Και τωρα πρεπει εγω να τον φαω στην μαπα.
Ο κυριος Τακης, ενας ηλεκτρολογος της κακιας ωρας.
Θα μας αλλαξει τα φωτα.
Αντε μην πω τι θα μας κανει.
Λες και δεν ξερω τι εκανες ολους αυτους τους μηνες που ελειπα.
Εγω θα σε περιμενω μου ειπες.
Εγω θα ειμαι παντα εδω μου ειπες.
Μονο που ξεχασες να μου πεις , πως οταν γυρισω θα βρω και τον κυριο Τακη να με περιμενει.
Τον ηλεκτρολογο.
Τι κορο’ι’δο ειμαι που σε πιστεψα , τι βλακας.
Επρεπε να ειχα φυγει προ πολλου.
Τι επαθα ο ανθρωπος?
Και να πεις οτι δεν ειχα αλλες γυναικες.
Πηγα και κολλησα με σενα.
Σιγα την γκομενα μωρε.
Ενα πενηντα με τα χερια στην αναταση.
Τι βλακας που ειμαι ωρες-ωρες, καθομαι και ανεχομαι ολα τα ναζια σου.
Μηπως ξερεις να κανεις και τιποτα αλλο ...ολο ναζια και κορδελακια.
Καλα ...απο αυριο μην τον ειδατε τον Παναη.
Οχι θα κατσω εγω, να βλεπω την φατσα αυτου του γελοιου κυριου Τακη.
(ανεβαζοντας τον τονο της φωνης του)
Μπαρμαν ...ενα διπλο Jack Daniels με ενα παγο.


ζερο.


τον zero ντυνουν οι:


Νικος&Τακης
Τακης&Νικος
Νικος
Τακης
ΑλλοςΠληρωνει&ΑλλοςΠηδαει
*

Αναρτήθηκε απόzero στις 9:26 π.μ. 2 σχόλια  

Ο Λυκάνθρωπος

Στα μπαρ πληρώνεις για λίγη χαρά
Πληρώνεις ακριβά τα ποτά και πληρώνεις πολύ ακριβά τη μοναξιά

Απ' τη μια τα σκυλάδικα σαν άνθρωπο σε φτύνουν
κι απ' την άλλη τα ροκάδικα κατάμουτρα σε φτύνουν

Ροκ δε σημαίνει πορτιέρης
Ροκ δε σημαίνει εμπορική μουσική
Ροκ δε σημαίνει χλιδάτους DJs

Μια ιστορία θα σας πω, για έναν μικρό λυκάνθρωπο που ήρθε απ' τον Κάτω Κόσμο
Δεν πείραζε κανέναν -αλλά του επιτέθηκαν.. τον πυροβόλησαν
Και τότε.. και τότε πήρε εκδίκηση φριχτή

Μπήκε σ' αυτά τα μπαρ, που συχνάζουν μικροαστοί θαμώνες
Του επιτέθηκαν
Του είπαν "Σ' αυτά τα μπαρ δε δεχόμαστε Αλβανούς, πρεζόνια, φαντάρους αλλά μήτε και λυκάνθρωπους"
Αυτός όμως έδωσε την τελική μάχη και πήρε στον άλλο κόσμο μαζί του πολλά καθίκια

Και τότε έγινε το θάυμα
Κάποιοι πήραν το νόμο στα χέρια τους για να εκδικηθούν για τον λυκάνθρωπο
Και μπήκαν σ' αυτά τα μπαρ και τα κάψανε όλα
Τα κάψανε όλα

Κι αν ξέρετε κι εσείς καμιά ιστορία για λυκάνθρωπους
μην είστε σίγουροι οτι δεν είναι αληθινή
Πάντα υπάρχουν άτομα στο περιθώριο και δεν αποκαλύπτονται πάντα
Κυκλοφορούνε μόνοι και είναι άκρως επικίνδυνοι

Κι αν ξέρετε λοιπόν καμιά ιστορία

μπορεί να είναι αληθινή...


Pornostroika Dadaifi - Ο Λυκάνθρωπος [δεξί κλικ - save as...]

Αναρτήθηκε απόRaZzMaTaZz στις 2:58 μ.μ. 2 σχόλια  

Hardcore life

this is hardcore στο repeat …

Όπως ακριβώς το ζειςόπως ακριβώς το καταπίνεις ..μαζί με το ρυθμόβάλε τον μετρονόμο εκεί που σε παίρνει και πήγαινε πιο γρήγοραξεπερνάς τον χρόνο …. έχεις άλλον ένα λόγο να γιορτάσεις…

Αν είναι να βάλεις τη γλώσσα στην πληγή φρόντισε να τη βαφτίσεις με κάτι βαρύ..
Αν είναι να φτύσεις απογοήτευση φρόντισε να έχεις κατεβάζει μονοκοπανιάς όλα όσα σου ζάλιζαν τον εγκέφαλο στη μέρα

Είδες τη λογική σειρά των πραγμάτων και σου φάνηκε τόσο παράλογη
Οταν σε φυτέψουν θέλεις να ανθίσει πεντάγραμμο πάνω από το μάρμαρο..

τι σε έχει πιάσει αλήθεια?

Repeat
από τη μέρα στους στίχους , από τους στίχους στο ποτήρι , από το ποτήρι στη σκέψη , από τη σκέψη στο μπουκάλι , από το μπουκάλι στον τοίχο και από τα θρύψαλα πίσω στους στίχους

Repeat...
Όπως ακριβώς το ζεις…
Όπως ακριβώς το ζεις…

Όπως ακριβώς το κατεβάζεις…
Όπως ακριβώς το κατεβάζεις…

Να γίνουν όλα διπλά , να πολλαπλασιαστούν , να σωριαστούν πάνω σου , να σε αναγκάσουν να πέσεις αναίσθητος
αύριο να μη θυμάσαι…

Αναρτήθηκε απόatg στις 4:43 μ.μ. 5 σχόλια  

Φιλε μου Jack.

Οσο το κοιταζω τοσο με ενοχλει.
Κατι με ενοχλει σε αυτο το μπουκαλι Jack Daniels που εχω μπροστα μου.
Νομιζω οτι με κοιταζει κι’αυτο.
Σαν να γελαει μαζι μου.
Πριν απο λιγο ηταν γεματο, τωρα ειναι μισο αδειο και ομως ακομα στεκεται εκει.
Γιατι δεν φευγει?
Εχει κι’αυτο το υπεροπτικο υφος , το σχεδον ηλιθιο.
Ηθελα να’ξερα γιατι με κοιταζει ετσι?
Τι βλεπει σε μενα?
Ενα αθλιο μπουκαλι με ενα βρωμερο ποτο μεσα , τα εχει βαλει μαζι μου.
Να , οριστε , ξαναγεμισα το ποτηρι μου.
Χα ,χα τι εχεις να πεις τωρα παλιομπουκαλο.
Οποτε θελω σε αδειαζω , οποτε θελω σε σπαω κι’αν με εκνευρισεις περισσοτερο σε αφηνω και οπως εισαι , εκει να στεκεσαι μισο αδειο στην ακρη του παγκου σε αυτο το βρωμικο μπαρ.
Τι απαισιο κι’αυτο το μπαρ σημερα.
Μα που το βρηκα?
Ποια δυναμη με εσπρωξε να μπω μεσα εδω?
Και ολοι αυτοι οι παραξενοι γυρω-γυρω , τι κοιτανε?
Περιεργο.
Ξαφνικα μου περασε απο το μυαλο οτι τους γνωριζω ολους.
Ακομα και το μπουκαλι γνωστο μου φαινεται.
Καπου το εχω ξαναδει αυτο το μπουκαλι.
Ναι , μα ειμαι σιγουρος ειναι ενα παλιομπουκαλο που εσπασα χθες.
Τι περιεργο.
Μα και ολους αυτους τους παραξενους , χθες δεν ηταν που τους ειπα να με αφησουν ησυχο.
Αφου τους εξηγησα, δεν ηταν δικο μου το φταιξιμο.
Απλα δεν συμφωνουσαν οι χαρακτηρες μας.
Αυτη ηθελε να ζησει την ζωη της, εγω ηθελα να ζησω την ζωη μου.
Τι πιο ανθρωπινο?
Απλα δεν ταιριαζαμε δεν μπορειτε να το καταλαβετε ολοι σας?
Τι με κοιταζετε ετσι?
Οριστε , ξαναγεμισα το ποτηρι μου.
Να , αλλη μια φορα.
Χα , χα ηλιθιο παλιομπουκαλο.
Νομιζες οτι μπορουσες να με κερδισεις.
Βρωμερο ανθρωπινο κατασκευασμα , οσο περναει η ωρα τοσο περισσοτερο αδειαζεις.
Σε λιγο η ζωη θα φυγει απο μεσα σου.
Θελω να δω τοτε αν θα συνεχισεις να με κοιταζεις με αυτο το ηλιθιο χαμογελακι.
Θελω να δω και τις φατσες γυρω μου τι θα κανουν τοτε.
Ποσο μικροι και ασημαντοι ειναι ολοι τους.
Αναμεσα τους δεν υπαρχει κανενας ανθρωπος.
Μονο σε εκεινη την γωνια απεναντι, παραμερα , βλεπω λιγο φως.
Τι ομορφη γυναικα θεε μου , λαμπει απο ευτυχια.
Αραγε τι να της λεει στο αυτι , ο συντροφος της?
Εχει βαλει το χερι του γυρω απο τον λαιμο της και κατι της λεει.
Γελανε.
Περιεργο.
Εχω πολλες μερες να δω ανθρωπους να γελανε.
Ουτε καν με κοιταζουν αυτοι οι δυο.
Αυτοι μαλιστα, μου κανουν για παρεα.
Οριστε , ξαναγεμισα το ποτηρι μου.
Τι εχεις να πεις τωρα κυριε Jack Daniels?
Ακομα να καταλαβεις πως σε λιγο θα απομεινει απο σενα μονο το Jack?
Ενα αδειο μπουκαλι θα εισαι Jack.
Παρτο χαμπαρι δεν μπορεις να με νικησεις.
Εγω πινω , εσυ στεκεσαι εκει.
Εγω αποφασιζω εδω, ποιος ζει και ποιος πεθαινει.
Χα, χα παλιομπουκαλο.
Αθλιο ανθρωπινο κατασκευασμα.
Τωρα πρεπει να φυγω ομως φιλε μου Jack.
Πρεπει να γυρισω σπιτι.
Που ξερεις , μπορει να εχει γυρισει κι’αυτη.
Δεν θελω να την κανω να περιμενει.
Σημερα θα της μιλησω.
Θα της πω ποσο σημαντικη ειναι για μενα.
Θα της μιλησω για την ζωη μας.
Jack φιλε μου , σημερα μπορει να αλλαξουν ολα.
Μην φυγεις Jack.
Θα γυρισω να σου πω τα ευχαριστα νεα.
Κανε λιγο υπομονη και εγω θα ερθω παλι.
Υπαρχει ελπιδα Jack.
Θα στα πω ολα.



ζερο.

Αναρτήθηκε απόzero στις 4:17 μ.μ. 9 σχόλια  

Βάλε ένα από τα ίδια...

... κι έλα κάνε μου παρέα. Έχω να σου πω μια ιστορία.

Ξεκίνησα να πίνω από μικρή. Όχι πολύ, μα έπινα κρυφά όταν λείπαν οι γονείς μου. Τα μπουκαλάκια απ’ τα ταξίδια που έφερνε ο μπαμπάς, τα άνοιγα και τα ‘πινα παίζοντας τη bar woman. «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει» ένα πράμα. Δεν τ’ άδειαζα τελείως, άφηνα λίγο μέσα και συμπλήρωνα νερό, να φαίνεται γεμάτο. Μετά έκλεινα πάλι τα καπάκια και τα ξανάβαζα πίσω στη θέση τους στο σκρίνιο, ελπίζοντας πως δε θα με καταλάβουν. Ούτως ή άλλως χαμένα πήγαιναν, αφού η μάνα τα είχε διακοσμητικά και δεν τα έπινε ποτέ κανένας. Τη μέρα που το ανακάλυψαν, έφαγα το ξύλο της χρονιάς μου και με κλειδώσανε έξω από το σπίτι. Με λυπήθηκε η διπλανή και με πήρε μέσα, κοιμήθηκα εκεί.

Στα 19 μου πήγα στο νοσοκομείο με κoλικό νεφρού. Ο γιατρός είπε να πίνω καμιά μπυρίτσα που είναι διουρητική. Τι ήθελε και το ‘πε, το γάμησα τελείως! Είχα και μια πολύ καλή δικαιολογία βλέπεις, «να κατουρήσω την πέτρα ρε μάνα και μετά θα τις κόψω». Μετά έκοψα τελείως το νερό και κράτησα τις μπύρες. Τραβιούνται οι άτιμες τα καλοκαίρια.

Η πρώτη μου επαφή με το ουίσκυ έγινε σχετικά αργά. Μεθύσια στα φοιτητικά μου χρόνια δε θυμάμαι κι αν χαλάστηκα καμιά φορά ήταν επειδή ήμουν νηστική. Άντεχα στο ποτό κι ας λένε ότι η αντοχή στο αλκοόλ είναι ανάλογη των κυβικών που κουβαλάμε. Ουίσκυ έπινε ο πρώην άντρας μου. Βάζαμε κάνα ποτηράκι το βράδυ βλέποντας καμιά ταινία, εκείνον τον έπαιρνε ο ύπνος στον καναπέ κι έμενα εγώ με τη μπουκάλα στο χέρι να πνίγω τον πόνο και τη μοναξιά. Δεν κάνω πλάκα σου λέω. Άντεξα λίγο μόνο και μετά που χώρισα, την κάβα που είχαμε στο σπίτι την άδειασα μόνη μου σε χρόνο d.t. Τότε ήταν που πήρα την κάτω βόλτα. Τους επόμενους μήνες έβγαινα κι έπινα πολύ. Δεν υπήρξε ποτό που δε δοκίμασα. Χάλασα το στομάχι μου και μαύρισα την ψυχή μου. Οι άντρες μου φαίνονταν πιο όμορφοι μετά από 2-3 ποτά. Κι εγώ χαμογελούσα πιο δύσκολα και τα μάτια μου σκοτείνιαζαν. Μα άνοιγα πιο εύκολα τα πόδια κι ας σφιγγόταν η καρδιά. Έπαιρνα την εκδίκησή μου, χειραγωγώντας τους ανακάλυπτα τη δύναμή μου.

Σκέφτηκα να προσπαθήσω να απέχω, μα δε δοκίμασα ποτέ. Δε θέλω ρε γαμώτο. Εσύ γιατί δεν κόβεις το τσιγάρο; Άσε με να ‘χω μια εξάρτηση κι εγώ. Στο κάτω κάτω της γραφής, αφού δε με χαλάει. Δεν έχει περάσει μέρα στη ζωή μου από τότε που να μην έχω πιει. Στο ψυγείο φαγητό μπορεί και να μην έχω, αλλά από ποτά δεν ξεμένω ποτέ. Μου είπε κι ο γιατρός πως το κόκκινο κρασί κάνει καλό στην αναιμία και το κονιάκ βελτιώνει την κυκλοφορία. Δεν είπε πόσο, «λίγο» είπε, τι πειράζει αν καμιά φορά βάζω λιγάκι παραπάνω; Κι αν με πονάει το συκώτι, είναι απ’ το άγχος κι όχι απ΄ το ποτό. Αφού μπορώ και το ελέγχω. Όποτε θελήσω, θα το κόψω, μόνο να πάρω την απόφαση, μα δεν είναι καλή περίοδος αυτή. Είναι κι ετούτη η μοναξιά που σε σκοτώνει, τα βράδια θέλεις κάτι για παρέα, τραβιέται τ’ άτιμο όπως η μουσική. Πώς να γράψεις, πώς να κλάψεις, πώς και σε ποιον να μιλήσεις...

Και τώρα εσύ θ’ αναρωτιέσαι, φίλε. «Τι λέει αυτή εδώ; Αλήθειες γράφει ή μας δουλεύει;» Χέστηκα τι θα πιστέψεις. Μου φτάνει που τα ξέρασα και μέσα μου καθάρισα. Τις πιο μεγάλες μου αλήθειες πιωμένη τις είπα. Το πρωί που θα ξενερώσω, ίσως και να μετανιώσω. Με λένε Αλεξάνδρα και είμαι αλκοολική.



Αναρτήθηκε απόnosyparker στις 7:48 μ.μ. 4 σχόλια  

κοκτέιλ

Το ποτό χαρακτηρίζει τον πότη

Η γεύση , η υφή , το χρώμα , η μυρωδιά του , προδίδουν χαρακτήρες και συνήθειες με τέτοια ευκολία , που κανονικά θα έπρεπε να πίνουμε όλοι στα κρυφά μη φύγει το μυστήριο…

Της αρέσουν τα γλυκά βαριά ποτά … αυτά που γεμίζουν το στόμα ,κλέβουν σκέψεις από το μυαλό και τις επιστρέφουν μισές την επομένη…

Σήμερα ήταν από τις λίγες φορές που ήθελε να βγει Σάββατο…

Ήταν από τις λίγες φορές που ήθελε κοκτέιλ…

Επέλεξε ό,τι πιο δυνατό , ό,τι πιο γλυκό , ό,τι πιο ζεστό και ό,τι πιο δροσερό είχε στραγγίξει τα τελευταία χρόνια …απέκλεισε ότι θα χαλούσε τη γεύση και αφέθηκε στη ζάλη..

Τα ποτήρια έσκουζαν από το τράνταγμα και τα παγάκια ζητούσαν νέο γέμισμα…

Δώρα , ευχές , χαμόγελα και μία τούρτα που μετρούσε τα περσινά γενέθλια που είχε χάσει … πήρε των 28 το απόγευμα και των 27 το βράδυ …μέχρι το πρωί θα είχε γυρίσει σε εμβρυϊκή στάση και θα ξεκινούσε από την αρχή…

Ένα καλό πότο σου αφήνει γεύση στα χείλη μέχρι να σου την κλέψει ο πρωινός καφές

Και όταν τον είδε να μπαίνει στο μαγαζί το κοκτέιλ πήρε άλλο χρώμα…
Το αλκοόλ άλλαξε κατηγορία …

Τα μάτια του στα μάτια της και τα μάτια των γύρω διάφανη βιτρίνα ….να βλέπουν οι περαστικοί και να διψούν και κείνοι…

Ένα καλό κοκτέιλ πρέπει να έχει και την κατάλληλη διακόσμηση

Και το φεγγάρι ανέλαβε να κοκκινίσει και να προσποιηθεί κερασάκι στο ποτήρι …

Βγήκαν και το χάζευαν σιωπηλοί
Όταν επέστρεψαν είχαν άλλη λάμψη στα μάτια…

Αναρτήθηκε απόatg στις 7:42 μ.μ. 4 σχόλια  

Over

Άλλη μια συνηθισμένη έξοδος στο γνωστό μπαρ με το γνώριμο περιβάλλον, αφού για 19η συνεχόμενη νύχτα θέλω να τηρήσω το ritual της κατάνυξης, αλλά βλέπω, καθώς μπαίνω, ότι ο φίλος μου ο μπάρμαν έχει αντικατασταθεί από κάποιον άλλον καινούργιο, ο οποίος είναι στο ύψος μου περίπου, φοράει γυαλιά μυωπίας, έχει μούσι και ξυρισμένο κεφάλι, κάτι που με κάνει να μην αισθάνομαι άνετα, γιατί μάλλον δε θα έχω το θάρρος να μιλήσω και να του εξομολογηθώ αυτά που με καίνε και θα με καίνε και θα με καίνε, αν και η αλήθεια είναι ότι απόψε δεν έχω όρεξη να μιλήσω σε κανέναν, γι αυτό και απλώς τον καλησπερίζω και παραγγέλνω το πρώτο, αρχίζω να βυθίζομαι σε σκέψεις, γιατί ξέρω πλέον ότι το ποτό σε συνδυασμό με τη μοναξιά και τα δάση, σύμφωνα πάντα με τη σοφία των λατίνων, γεννάνε ερεθίσματα σκέψης, παραγγέλνω το δεύτερο, πού να είναι άραγε εκείνη τώρα, το τρίτο, έμαθα ότι παντρεύτηκε, το τέταρτο, να πάει να γαμηθεί, το πέμπτο, τι πήγε λάθος, το έκτο, κάτι δεν πάει καλά με τη ζωή μου, το έβδομο, σίγουρα κάτι είναι λάθος, αλλά πώς μπορώ να βρω το σφάλμα να το βρω και το διορθώσω, δεν σιωπώ τώρα, θέλω να διορθώσω τη μουσική, αλλάξτε την- μην παίζετε Κρίνα, μην παίζετε Tindersticks, μην παίζετε Smiths, μην παίζετε Radiohead, φίλε μου DJ παίξε κάτι άλλο που να μη μου τη θυμίζει, βάλτε κάτι που να μην το έχω ξανακούσει και εσύ μπαρμαν νέε γιατί με κοιτάς, μια χαρά είμαι, όχι σκατά είμαι, έφυγε η ζωή χωρίς να την καταλάβω και χωρίς να ζήσω τίποτα, είμαι ένα μίζερο καρτούν που έχει βαρεθεί να λέει τα ίδια και τα ίδια, παίζω ένα ρόλο, ναι θα τον υποδύομαι μέχρι να βαρεθείς να με βλέπεις, όπως με βαρέθηκε εκείνη, όπως βαρέθηκα εγώ τον εαυτό μου και παρ’ όλα αυτά δεν κάνω τίποτα, δε θέλω να κάνω τίποτα, το τίποτα γίνεται κάτι, με καταβάλλει, μην με κοιτάτε, φέρε άλλο ένα, τώρα είπα, ναι άλλο ένα, εις υγείαν ρε, γουστάρω την αδράνεια, ναι ρε την αδράνεια, αντέχω τη λύπη, μπορώ να την αντιμετωπίσω τη θλίψη, μου αρέσει, αλλά τώρα είμαι χαρούμενος και η χαρά με διαλύει, είναι δυσβάσταχτη η πουτάνα, ναι είναι άγρια, θέλω να κατακτήσω αυτόν τον πούστη κόσμο γύρω από τον οποίο εγώ θα μετεωρίζομαι για πάντα ή μάλλον αυτός θα γυρίζει για πολύ καιρό πιο αργά από μένα, γιατί ρε συ είσαι διπλός, γιατί ο ήχος είναι παραμορφωμένος, γιατί ακούω τη βοή, το σκαμπώ γλιστράει, κάτι ανεβάνει από το στομάχι μου- η ψυχή βγαίνει στο στόμα μου ή ο εμετός; -τρέχεις προς το μέρος μου, γλιστράω, προλαβαίνω μόνο να πω «Τα έχω βαρεθεί όλα» και «όπως συγκρούεται ένα αεροπλάνο στο μυαλό μου», το σώμα μου γίνεται ένα με το πάτωμα.

Αναρτήθηκε απόnumb στις 7:06 μ.μ. 13 σχόλια  

Straight Edge

Μερικά πράγματα δε φτιάχτηκαν για να τα βιώνεις μόνος. Μερικά είπα -όχι όλα. Κλαίμε μια χαρά και μόνοι μας αλλά το γέλιο ας πούμε είναι άλλη φάση. Θέλει παρέα. Κι αυτό, και οι φιλοσοφίες και οι ιδεολογίες κι αυτά τα χαλασμένα τροχοφόρα που όλο ξεμένουν από βενζίνη και τα λέμε "τρόπους ζωής" -θέλουν παρέα. Αλλιώς ψοφάνε και χάνονται και την κηδεία τους τη βαφτίζεις "αλλαγή γνώμης" ενώ δεν είναι τίποτα άλλο από γείωση στον ύψιστο βαθμό -να τα παρατάς όχι επειδή βαρέθηκες γενικότερα, αλλά επειδή βαρέθηκες να συνεχίζεις μόνος. [ΑΝΟΙΓΕΙ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ: Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή βέβαια, η Χριστοπιστία συνεχίζει να υφίσταται επειδή κάπου στον κόσμο υπάρχει έστω και ένας ακόμα οπαδός της πέρα από τον περήφανο ηγέτη της και τη μαμά του. Αυτό ναι μεν επιβεβαιώνει το συλλογισμό μας, όμως δεν ξέρω τι συμπεράσματα καταδεικνύει για το ανθρώπινο γένος. ΚΛΕΙΝΕΙ Η ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ]

Τα μπαρ είναι ο ναός της μοναξιάς για τους straight edge. Τα πάντα εκεί μέσα περιστρέφονται γύρω από το αλκοόλ και τον καπνό και σκάνε σε συνδυασμό στα μούτρα του ασεβούς που τόλμησε να μπει έχοντας απορρίψει και τα δυο για ένα σημάδι θησαυρού στο ανάποδο της παλάμης. Ακόμα κι αν όσα τον ενώνουν με τους ομοτράπεζούς του είναι περισσότερα απ' όσα τον χωρίζουν -όλοι τη θέωση ψάχνουν ή έστω μια χαμογελαστή βραδιά, τα μόνα που διαφέρουν είναι η γεύση και ο τρόπος- κάπως, με κάποιους μυστήριους μηχανισμούς, πάντα καταφέρνει να βρίσκεται "εκτός". Αν δηλαδή έφευγαν όλοι από κει για μια ληστεία, εκείνος θα έκανε τον τσιλιαδόρο όσο οι άλλοι άνοιγαν το χρηματοκιβώτιο. Κάτι σαν τους αόρατους τύπους -κάθε generic παρέα έχει κι από έναν- που στις εκδρομές πάντα καταφέρνουν να κρατάνε τη φωτογραφική και ν' απαθανατίζουν τους υπόλοιπους έξω από γραφικές ταβέρνες και κακόγουστα μνημεία. Κι αν αποφασίσουν να αφήσουν το στίγμα τους, ίσως ξεχάσουν ένα δάχτυλο μπροστά απ' το φακό.

Ζούμε όμως σε έναν ατελή κόσμο και τίποτα δεν είναι όσο γραμμικό και ίσιο φαίνεται. Έρχονται στιγμές που οι κάθετες ράβδοι που συνδέουν αυτά τα παιδιά με τη μάνα γη συστρέφονται και λυγίζουν. Το αμάρτημα αλλάζει -μια τζιβάνα ή μια γυάλινη γεύση αρκεί για να μετατρέψει σε σπιράλ το μονοπάτι για τον κρυμμένο θησαυρό. Τις περισσότερες φορές οι πράξεις αυτές κρύβουν και μια δόση στεναχώριας. Όπως και να το κάνουμε, η αίσθηση του ανήκειν δεν έρχεται ποτέ με μια τζούρα -ίσως όχι και με περισσότερες αν αυτό ήταν το κίνητρο για να λοξοδρομήσουν. Ακόμα όμως κι αν γίνεται με ελεύθερη σκέψη και καθαρή καρδιά, καμία απόρριψη δεν περνάει αναίμακτα. Η δαγκωνιά μέσα τους γι' αυτό που δεν είναι πια εκεί -μικρή ή μεγάλη- ποτέ δε λείπει. Ξέρω όμως παιδιά που λοξοδρόμησαν με χαμόγελο, παιδιά που γούσταραν πραγματικά να χωθούν ένα βράδυ στο καπνισμένο μαγαζί που σερβίρει νερό της φωτιάς, κι ας τους τράβαγε το μανίκι η κοσμοθεωρία τους. Φταίνε βλέπεις κάποιες σπάνιες παρέες που δε χωράνε αόρατους ανθρώπους κι έχουν μάθει να μοιράζονται τις διαφορές τους. Κι αν δεν ήταν τόσο απελπιστικά λίγες αυτές οι παρέες, ο κόσμος μας θα ήταν αισθητά καλύτερος. Περισσότερο τοξινωμένος, ίσως, αλλά καλύτερος.

Η αξία όσων αγαπήσαμε δεν έχει σχέση με τη διάρκειά τους. Γι' αυτό δε μετανιώνω που ξέθαψα νωρίς το δικό μου θησαυρό κι έμαθα τι γεύση έχουν οι οινοπνευματούχες φυσαλίδες στο ψηλό ποτήρι. Που και που όμως μ' αρέσει να το ξεχνάω. Κάνω οτι το δοκιμάζω για πρώτη φορά κι αμέσως η σκέψη μου γυρίζει πίσω, σε ένα επαρχιακό μπαράκι και μια χούφτα ανθρώπους που μου έμαθαν οτι διαφορετικός δε σημαίνει μόνος.

Αναρτήθηκε απόRaZzMaTaZz στις 6:26 μ.μ. 4 σχόλια  

Rusty Nail.

Ασπρα ματια
μαυρα ματια
με'καναν κομματια.


Count of Modem kristo.


Βαλε ενα Rusty Nail
να σου πω κι'αλλα τετοια.

Rusty Nail
Ingredients:

1 1/2 oz Scotch
1/2 oz Drambuie
1 twist of Lemon peel



ζερο.

Αναρτήθηκε απόzero στις 3:07 μ.μ. 10 σχόλια